Την 1η Ιουνίου η σύγκλητος του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου ανακοινώνει την αποκατάσταση και επαναλειτουργία του κτιρίου Γκίνη και τη μετατροπή του σε συνεδριακό κέντρο και Μουσείο Τεχνολογίας. Με αυτή την απόφαση δίνεται για πρώτη φορά από πλευράς του ΕΜΠ η συγκατάθεση στις κρατικές μεθοδεύσεις, που αναπτύσσονται τουλάχιστον από το 2009 και απέναντι στις οποίες εναντιώνονταν όλες οι προηγούμενες πρυτανικές αρχές, για αλλαγή της λειτουργίας του Πολυτεχνείου και ανοίγει το δρόμο στον περιορισμό των κοινωνικών και πολιτικών δραστηριοτήτων στο εσωτερικό του, αλλά και στα Εξάρχεια. Παράλληλα με την απόφαση της διοίκησης του ΕΜΠ, η Μενδώνη, η υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού της ακροδεξιάς-νεοφιλελεύθερης κυβέρνησης της Ν.Δ ανακοινώνει την ενοποίηση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου και τη συνεργασία με το Μετσόβιο, έργο που, όπως λέει, θα αναγεννήσει το κέντρο της Αθήνας, με τον ίδιο τρόπο που συνέβαλλε και το Μουσείο της Ακρόπολης στην «ανάπτυξη» της περιοχής, δηλαδή στην αλλοίωση της φυσιογνωμίας της.
Η υλική έκφραση του παραπάνω σχεδιασμού, που δρομολογήθηκε εκ νέου εν μέσω πανδημίας, έγινε περισσότερο ορατή μετά τη λήξη της απαγόρευσης κυκλοφορίας, καθώς η επέκταση της παρουσίας όλων των ειδών των αστυνομικών δυνάμεων ΟΠΚΕ, ΔΙΑΣ, ΔΕΛΤΑ, ΜΑΤ στα Εξάρχεια αποτυπώθηκε και με τη μόνιμα φρουρούμενη πύλη του Πολυτεχνείου, με την απαγόρευση εισόδου και με τις προσαγωγές συντρόφων/ισσών που πήγαν να κάνουν συνέλευση στο Γκίνη.
Η επιβαλλόμενη «ανάπτυξη» του κέντρου της πόλης και η μετατροπή της σε τουριστικό θέρετρο, μέσω του Μεγάλου Περιπάτου-τραγέλαφου, της αλλαγής χρήσης κτιρίων που αποτελούσαν κομμάτι του κοινωνικού ιστού σε μουσεία, της αποστείρωσης των δημόσιων πανεπιστημίων, της τροποποίησης του οικιστικού χαρακτήρα γειτονιών σε εμπορευματικές ζώνες σημαίνει την υφαρπαγή πεδίων μέσα στα οποία αναπτύσσεται η κοινωνική καθημερινότητα. Οι δρόμοι, οι γειτονιές, οι λόφοι και τα πάρκα, τα πανεπιστήμια, οι πόλεις, δεν θα είναι για να εξυπηρετούν τις κοινωνικές ανάγκες, αλλά θα γίνουν οι φυλακές μέσα στις οποίες θα παρέχει η κοινωνία υπηρεσίες υπό τον πλήρη έλεγχο και επιτήρηση της εξουσίας. Αυτή η στόχευση αποτελεί κομμάτι του επιχειρούμενου συνολικού μετασχηματισμού της κοινωνίας, ο οποίος μπορεί να πραγματωθεί μόνο μέσω του τσακίσματος των αντιστάσεων και του ξεριζώματος της κουλτούρας της αντίστασης.
Το Πολυτεχνείο είναι αποτυπωμένο στη συλλογική μνήμη ως ένα σημείο αναφοράς μεγάλων αγώνων ενάντια στην Εξουσία, από την περίοδο της δικτατορίας και της μεταπολίτευσης, μέχρι την Εξέγερση του 2008. Αποτελεί έναν χώρο ορόσημο για τους εξεγερμένους, τους αγωνιστές/στριες, τους αναρχικούς, ως πεδίο συνάντησης και ανάπτυξης πλήθους πολιτικών διεργασιών, πεδίο έκφρασης της κοινωνικής αμφισβήτησης και ανυπακοής. Αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας της αγωνιστικής γειτονιάς των Εξαρχείων από τα Δεκεμβριανά του ’44, τη δολοφονία του Μ. Καλτεζά μέχρι τις καθημερινές μάχες στους καιρούς του σύγχρονου ολοκληρωτισμού απέναντι στις δυνάμεις καταστολής.
Και αυτά τα ριζώματα είναι που θέλουν, το κράτος και οι μηχανισμοί του, να ξεριζώσουν από τους δρόμους των Εξαρχείων και να θάψουν κάτω από τα συνεδριακά κέντρα και Μουσεία. Μια διαχρονική στόχευση όλων των πολιτικών διαχειριστών που εξελίχθηκε τα προηγούμενα χρόνια της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ με τη γκετοποίηση της περιοχής, με τη μεθοδευμένη από το κράτος γιγάντωση της ναρκοπιάτσας στα Εξάρχεια και την επιβολή συνθηκών αλληλοφαγώματος των καταπιεσμένων, και συνεχίζει τώρα η Ν.Δ. με την καταστολή της περιοχής, καθώς από τον Αύγουστο του 2019 έχει εγκατασταθεί μόνιμα ένας αστυνομικός στρατός κατοχής στη γειτονιά, με συνεχείς ελέγχους, περιπολίες, με καθημερινούς τραμπουκισμούς, με τις εκκενώσεις καταλήψεων αγώνα και αυτοοργανωμένων δομών στέγασης προσφύγων και μεταναστών/στριών και τις κατασταλτικές επιθέσεις απέναντι στο σύνολο του κόσμου που κινείται και δρα στα Εξάρχεια.
Μέσα σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης και πανδημίας, το κράτος αναπτύσσει μια συνολική στρατηγική προληπτικής αντιεξέγερσης μπροστά στον κίνδυνο ανεξέλεγκτων κοινωνικών εκρήξεων. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται η ψήφιση του νομοσχεδίου για τις διαδηλώσεις και η περαιτέρω όξυνση της εγκληματικής βίας των κατασταλτικών δυνάμεων, όπως αποδεικνύεται από τον άγριο ξυλοδαρμό διαδηλωτών ενάντια στην καύση των σκουπιδιών στον Βόλο, από τις δολοφονικές επιθέσεις των ΔΕΛΤΑ και των ΜΑΤ στη διαδήλωση ενάντια στο νομοσχέδιο στην Αθήνα, από τις συλλήψεις και ξυλοδαρμό αγωνιστών στην αντιφασιστική αντισυγκέντρωση στη Βικτώρια. Σε αυτό το πλαίσιο επιχειρείται εδώ και χρόνια η αλλαγή της φυσιογνωμίας των Εξαρχείων -μέσω της υποβάθμισης της γειτονιάς, με το κλείσιμο των σχολείων και των υπηρεσιών που εξυπηρετήσαν τις ανάγκες των κατοίκων, με την απομάκρυνση των δημοσίων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων που ιστορικά και συμβολικά συνδέονται με τους αγώνες ενάντια στην Εξουσία και που αποτελούν πεδία ανάπτυξης ριζοσπαστικών αγώνων- για να πάψουν να παίζουν το σημαντικό ρόλο που είχαν στους ευρύτερους κοινωνικούς και ταξικούς αγώνες και να μετατραπούν σε εναλλακτικό διασκεδαστήριο, όπου θα καταναλώνεται μέχρι και η ίδια η Ιστορία των Αγώνων.
Όμως οι αγώνες δεν θα μείνουν στο χθες, ούτε θα μπουν σε Μουσείο. Θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε για τα Εξάρχεια της Ταξικής Αλληλεγγύης και της Κοινωνικής Αυτοοργάνωσης. Το Πολυτεχνείο ήταν και θα παραμείνει αναπόσπαστο κομμάτι των αγώνων απέναντι στην Εξουσία. Ήταν και θα παραμείνει πεδίο αμφισβήτησης, ζύμωσης των πολιτικών διεργασιών, σημείο αναφοράς των εξεγερμένων του χθες και ζωντανό κομμάτι των εξεγέρσεων του αύριο!
Συνέλευση για την Επανοικειοποίηση των Εξαρχείων
Ιούλιος 2020